«Ο ανήφορος του Γολγοθά» (και άλλες ταινίες που δεν ολοκληρώθηκαν)

Πέρα από τις ταινίες που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο προβλήθηκαν στο κοινό (σε κάποια κινηματογραφική αίθουσα ή στα πλαίσια μιας επιθεώρησης), την πρώτη αυτή περίοδο του ελληνι­κού κινηματογράφου υπήρξαν και ταινίες που αναγγέλθηκαν, αλλά για κάποιο λόγο δε γυρίστηκαν ή τα γυρίσματά τους δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.

Τον Απρίλιο του 1915 διέρρευσε η πρόθεση να κινηματογραφηθεί ο «Ερωτόκριτος» του Βιτσέντζου Κορ­νάρου ύστερα από σχετική σύσταση του τέως Γενικού Διοικητή Κρήτης, Λουκά Ρούφου, ένα αρκετά δύσκολο εγχείρημα για τα δεδομένα της εποχής, που τελικά δεν υλοποιήθηκε.

Εξάλ­λου, το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες η ελπιδοφόρα πληροφορία ότι είχε αγο­ραστεί οικόπεδο επί της οδού Πατησίων, προκειμένου να χτιστούν στούντιο, ώστε να δημιουργηθεί μια εγ­χώρια κινηματογραφική βιομηχανία. Ήταν ένα ακόμη πυροτέχνημα χάριν εντυπωσιασμού ή για ακόμη μια φορά κάποιο απρόοπτο εμπόδιο ανέκοψε την εξέλιξη του ελληνικού κινηματογράφου εν τη γενέσει του;

Το 1916, η επιτυχία της θεατρικής διασκευής του «Ιππόλυτου» από τον Τσοκόπουλο, που ανέβηκε στο Βασιλικό θέατρο, συνοδεύτηκε από φήμες για κινηματογράφηση του έρ­γου και ότι μάλιστα η αρχαιοπρεπής έξοδος της Ακαδημίας θα χρησιμοποιούταν για την αναπαράσταση του εξωτερικού των ανακτόρων του Θησέα.

Το Σεπτέμβριο του 1916 ανακοινώθηκε η αναζήτηση νεαρής ηθοποιού για τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια ταινία κοινωνικής υπόθεσης με τίτλο «Αράχνη». Το σενάριο φερόταν να είχε γράψει κάποιος ξένος άνθρωπος των γραμμάτων που ζούσε στην Ελλάδα, χωρίς ν’ αναφέρεται κάπου τ’ όνομά του, ενώ το γύρι­σμα είχε αναλάβει η Αθηναϊκή Κινηματογραφική Εταιρεία. Ούτε αυτό το σχέδιο προχώρησε τελικά.

Λίγους μήνες νωρίτερα, η νεοσύστατη «Άστυ Φιλμς» του Βρατσάνου ανακοίνωνε την έναρξη προκαταρκτικών εργασιών για το γύρισμα έργου με τη συμμετοχή της Μαρίκας Κοτοπούλη, του Μήτσου Μυράτ και άλλων γνωστών ηθοποιών. Ταινία με το θίασο της Κοτοπούλη εμφανιζόταν να ετοιμάζει και ο κινηματογραφικός οίκος «Παλλάς» την άνοιξη του 1917, με τους ηθοποιούς του θιάσου να ποζάρουν στον κινηματογραφικό φακό σε διάφορες στάσεις, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο σε μία, αλλά σε περισσότερες ταινίες!

Την ίδια περίοδο δημοσιεύτηκε η πληροφορία ότι η εταιρία των θεατρικών συγγραφέων συνέπραξε με διάφορους ηθοποιούς για το ανέβασμα κλασικών έργων σε φυσικά τοπία (π.χ. η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή στην Επίδαυρο και η «Ειρήνη» του Αριστοφάνη στο θέατρο του Διονύσου) με σκοπό να κινηματογραφηθούν.

Ο ΑΝΗΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΓΟΛΓΟΘΑ

Η πιο συζητημένη, ανολοκλήρωτη ταινία αυτής της περιόδου υπήρξε ο «Ανήφορος του Γολγοθά» του Δήμου Βρατσάνου για λογαριασμό της εταιρίας «Άστυ Φιλμς», η οποία ήταν πρωταθλήτρια στην προαναγ­γελία ταινιών, που ουδέποτε θα γυρίζονταν ή ουδέποτε θα ολοκληρώνονταν τα γυρίσματά τους.

Μεταξύ των πρωταγωνιστών αναφέρονται οι Γεώργιος Πλουτής, Άρης Μαλλιαγρός, Οικονόμου, Μάνος Φιλιππίδης, Κώστας Ιωαννίδης, Ιάσων Ιασωνίδης, Μαρίκα Φιλιππίδου, Φωτεινή Λούη, Χριστίνα Ρούσσου (που σε κάποιες πηγές αναφέρεται ως Καλογερίκου ή Παλαιολόγου – τα επίθετα δύο συζύγων της), Αθανάσιος Μαρίκος, Σίμων Κυρηναίος, Περικλής Πλεμενίδης, Κούρτελης. Οι Φι­λιππίδης και Πλεμενίδης υποδύθηκαν δύο Ρωμαίους ιππείς ως οι πιο... εύσωμοι, ενώ η Καλογερίκου υποδύ­θηκε την ηγουμένη του μοναστηριού, όπου εξελισσόταν μέρος της ιστορίας, καθώς αφορμή για την αναπα­ράσταση του θείου δράματος αποτέλεσε το όραμα μιας μοναχής.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι το Μάιο του 1917, όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα της ταινίας στα σαλόνια του μεταλλειολόγου Σερπιέρη, στον κήπο των ανακτόρων και σε άλλα τοπία της Αττικής, ως πρωταγωνιστές αναφέρονταν οι Χρυσούλα Μυράτ, Ανθή Μηλιάδου, οι δεσποινίδες Κόκκου και οι Μυράτ, Γονίδης και Παλμύρας.

Για τις ανάγκες της ταινίας, σε μοναστήρι είχε μεταβληθεί το σπίτι του αντισυνταγματάρχη Γρηγορόπουλου στη Φρεαττύδα του Πειραιά. Δύο σταυροί ζωγραφίστηκαν στην πόρτα, μια καμπάνα στήθηκε πάνω από τα κάγκελα της βεράντας, ενώ καμιά δεκαπενταριά γυναίκες σεργιανούσαν στις ξύλινες γέφυρες υποδυόμενες τις καλόγριες. Η μεταμόρφωση ήταν τόσο ολική, ώστε ο αντισυνταγματάρχης, που στο μεταξύ είχε ξεχάσει τη σχετική συμφωνία με το Βρατσάνο, δεν μπορούσε ν’ αναγνωρίσει το σπίτι του!

Με άρθρο του στον Κινηματογραφικό Αστέρα τον Ιούνιο του 1924, ο Βρατσάνος περιέγραφε ανεκδοτολογικά περιστατικά από τα γυρίσματα, όπως η περιπέτεια του Πλεμενίδη, όταν ανέβηκε στο άλογό του. Ήταν ένα άλογο του στρατού που δεν μπορούσε να χαλιναγωγηθεί εύκολα, με αποτέλεσμα αυτό ν’ αφηνιάσει και να χαθεί από το λόφο των Παλαιών Σφαγείων σ’ ένα στενό της Γαργαρέττας με κατεύθυνση τα σοκάκια της Πλάκας. «Δεν έμεινε λεμονόκουπα, που να μην ήλθε εις επαφήν με τα λευκά ιμάτια του Ρωμαίου ιππέως, όπως αντηλήφθημεν σαν τον είδαμε να γυρίζη πεζή, σύρων τον ατίθασσον αχαμνύοντά του από το χαλινάρι», θυμόταν ο Βρατσάνος.

Για την αιτία διακοπής των γυρισμάτων του «Ανήφορου του Γολγοθά» γράφτηκαν πολλά και αντιφατικά. Το 1957 ο Δημήτρης Ψαθάς ισχυριζόταν ότι ο ηθοποιός που υποδυόταν το Χριστό, ένας άνεργος ηθοποιός «με ευγενική, όμως, φάτσα», κουρασμένος από το βάρος του σταυρού που σήκωνε για τις ανάγκες του γυρίσματος, ανεβαίνοντας το λόφο του Φιλοπάππου αγα­νάκτησε, όταν κάποια παιδιά άρχισαν να του πετούν μεγάλες πέτρες ώστε να δοθεί εντονώτερα ο χαρακτήρας του μαρτυρίου. Παράτησε το σταυρό και άρχισε να τα κυνηγάει βρίζοντας τα θεία, ενώ όλη αυτή η ανα­στάτωση προκάλεσε παρέμβαση της αστυνομίας. «Φυσικά τους πήγαν όλους μέσα για την διασάλευσι της δημοσίας τάξεως και το γύρισμα της ταινίας - ευτυχώς άλλωστε - ματαιώθηκε», σημείωνε ο Ψαθάς.

Το 1961, ο Κωστής Χαιρόπουλος θυμόταν ότι ο πρωταγωνιστής, ενώ σήκωνε το «σταυρό του μαρτυρί­ου», πάτησε ένα τεράστιο γυαλί και του ξέφυγε μια βρισιά για τα θεία. Την ίδια ώρα ένα άλογο αφηνίασε προκαλώντας πανζουρλισμό, αλλά και αθρόες συλλήψεις από έναν παρόντα χωροφύλακα.

Σύμφωνα με το Μανώλη Αρκολάκη, τα γυρίσματα διακόπηκαν για πολιτικούς λόγους, όταν η αστυνομία συνέλαβε τον οπερατέρ Ζόζεφ Χεπ ως φιλοκωνσταντινικό. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο το Χεπ η ταινία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, διότι «διά να βγάλη κανείς εις πέρας τον ανήφορο του Γολγοθά του δεν φθάνει νάναι μόνο βουλευτής, αλλά νάχη και κότσια γερά και γρόσσα».

 Πάντως τον Αύγουστο του 1918 η εφημερίδα Εστία ανήγγειλε ότι ο «Ανήφορος του Γολγοθά» ήταν έτοιμος να προβληθεί την ερόχμενη σαιζόν μαζί με μια δεύτερη ταινία της «Άστυ Φιλμς» με τίτλο «Καραβίδα», τα γυρίσματα της οποίας επρόκειτο να ξεκινή­σουν άμεσα, χωρίς να γνωρίζουμε αν αυτό όντως συνέβη.

Η ταινία θα είχε έντονο ναυτικό χρώμα με θωρηκτά, γιότ, κότερα, γυμνάσια, λεμβοδρομίες κλπ., ενώ φαίνεται ότι η ιστορία βασιζόταν στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Βρατσάνου, που ανέβηκε στο «Κυβέλειον» τον Ιούνιο του 1917 και το οποίο φερόταν να έχει μακρινές – αν και αποτυχημένες – επιρροές από την «Αγριόπαπια» του Ίψεν. Όπως διαβάζουμε σε εφημερίδα της εποχής, «ο αγών της καραβίδας κατά του χταποδιού συμβολίζει την πράξιν μιας εγγάμου γυναικός, γεμάτης ένστικτα και ορμάς, η οποία παρασύρει εις τον όλεθρον τον εχθρόν, ένα ασυνείδητον άνθρωπον, που κρατεί στα χέρια του την τιμή της».

Η κινηματογραφική απόδοση της «Καραβίδας» θα παρήγαγε μία τρίπρακτη ταινία μήκους 1400 μέτρων, για το γύρισμα της οποίας είχαν εισαχθεί 3000 μέτρα φιλμ βιέρζ της Κόντακ, με πρωταγωνίστρια την Αγνή Ρεζάν, η συμμετοχή της οποίας εξασφάλιζε – κατά την Εστία – «μία πρώτης τάξεως επιτυχία», πλαισιωμένη από όμιλο «δοκίμων ηθοποιών».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου